ευσύγγνωστος

ευσύγγνωστος
-η, -ο (ΑΜ εὐσύγγνω
στος, -ον)
αυτός που συγχωρείται ή μπορεί να συγχωρηθεί εύκολα, για τον οποίο εύκολα επιδεικνύεται κατανόηση.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ευ + συγ-γνωστός].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”